Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2013

Ex personae devastatae Mesogaias…….


Του Κώστα Τσοπάνη
«Η γαρ Αττική, θεών αυτής τέμενος, καταλαβόντων και των προγόνων ημών εστί κτήμα.» Στράβων
«…..και των προγόνων ημών εστί κτήμα….», πόσο ειρωνικά φαντάζουν στις ημέρες μας αυτά τα λόγια. Πιο ρεαλιστικό θα ήταν να έλεγε «καταλαβόντων και των εργολάβων εστί κτήμα».
Δύο, σχεδόν, αιώνες πριν, οι προγονοί μας, φτωχοί Αρβανίτες καταδιωγμένοι και αγράμματοι ραγιάδες, ξεσηκώθηκαν κι έδιωξαν μακριά απ’ τον τόπο μας τον Τούρκο κατακτητή, ακριβώς γιατί πίστευαν βαθύτατα ότι, παρά τους σκοτεινούς αιώνες της σκλαβιάς, η ευλογημένη αυτή γη της Αττικής, το αρχαίο τέμενος των θεών, είναι των προγόνων μας κτήμα και δική μας κληρονομιά. Κι ας μην ξέρανε τον Στράβωνα, ούτε και τον λογιώτατο Βυζαντινό μητροπολίτη Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτη. Κι ας πάνε να λένε τώρα κάποιοι…. Ακόμα κι η Ιστορία που γνώριζαν ήταν μόνο προφορική, όπως έφτασε σε αυτούς από στόμα σε στόμα. Κι όμως, κάτι βαθειά μέσα τους δεν τους άφηνε να ησυχάσουν όσο την πατρίδα μας την πατούσε το άτι του βάρβαρου κατακτητή. Αφού σταύρωσαν τα δάχτυλα των ροζιασμένων από τον κάματο χεριών τους και σταυροκοπήθηκαν μπροστά σε παλαιές, μισοσβησμένες βυζαντινές εικόνες, φυλαγμένες ευλαβικά σε χαμηλές σκοτεινές εκκλησιές με μικρές πόρτες, χτισμένες έτσι για να μην μπαίνουν οι άπιστοι καβάλα στ’ άλογα, ξαναθυμήθηκαν θα ‘λεγες την παλαιά τους τέχνη, άφησαν την τσάπα και το αλέτρι και άρπαξαν ξανά τα καριοφίλια! Μίλησε μέσα τους το αίμα και μέσα από αυτό ακούγονταν οι φωνές των προγόνων! Το εγχείρημα τους δεν είχε καμιά λογική, κι αυτό τους έσωσε! Ξεσηκώθηκαν εναντίον του κατακτητή και τον έδιωξαν, πέρα στην Κόκκινη Μηλιά κι ακόμα πάρα πέρα. Κι έλπισαν πως θα ζούσαν πλέον στα χώματα τους ευτυχισμένοι. «Κάνε κάτω στον κάμπο, πέρνα μέσα από τη σκιά των ελιών, τη μυρωδιά των αμπελιών και των περιβολιών και θα δεις τον Θεό μπροστά σου», λέγανε οι παππούδες μας. Ήταν όμως πολύ καλό για να κρατήσει……

Διακόσια χρόνια μετά, 

μαζί με τη γλώσσα των παππούδων μας, για την οποία δύο ολόκληρους αιώνες μας έκαναν να ντρεπόμαστε μέχρι που την ξεχάσαμε, ξερίζωσαν και τ’ αμπέλια μας. Μαζί τους ξερίζωσαν και την ψυχή μας. Τώρα ξεριζώνουν τις ελιές μας και μαζί τους τον τρόπο ζωής μας. Αργά και μεθοδικά χάλασαν τη γη μας όσο και την ψυχή μας, κατασκευάζοντας φαραωνικής έμπνευσης ανοικονόμητα έργα. Έργα χωρίς σεβασμό στο περιβάλλον και την τοπική ιστορία, που όμως απέφεραν πολύ «μαύρο» χρήμα και από τα οποία κάποιοι πλούτισαν. Ήρθαν μαζί με τους εργολάβους, έφτασαν σαν κατακτητές, πάτησαν πάνω στη Μπέσσα μας και δεν σεβάστηκαν καμία από τις παραδόσεις μας. Κι αυτή η ανελέητη καταστροφή παραμόρφωσε ως και την ειρηνική φύση του τόπου μας, μας στέρησε τη φυσική ευτυχία και βίασε την αθωότητα μας. Κάποτε οι παππούδες μας, αν ήθελαν να καταραστούν κάποιον, έλεγαν «τσιμέντο να σου γίνουν!». Άραγε, ποια βαριά κατάρα έπεσε πάνω στη γη της Αττικής και τη μεταμόρφωσε σε τσιμέντο;
Διακόσια χρόνια μετά,
κοιτάζοντας τη Μεσογαία, αυτό «το αγαθόν διδασκαλείον ανδρί βουλομένω διαλέγεσθαι», κατά τον Φιλόστρατο, «αυτή τη χώρα που παράγει θαυμάσια πράγματα, ξακουστά σε όλη την οικουμένη, με τα στάρια της και το καλύτερο νερό της γης, που αν έπινα από αυτό, αμέσως θα γνώριζα ότι είναι αττικό», κατά τον αρχαίο δειπνοσοφιστή Αθήναιο, σκέφτεσαι με θλίψη, ότι σε λίγα χρόνια το ελαφρύ αυτό νερό, που κελαρύζει στο Μουζάκι, θα είναι ακατάλληλο προς πόση λόγω της μόλυνσης του υδροφόρου ορίζοντα. Της μόλυνσης που θα προκαλέσει αυτός ο ασαφής τραγέλαφος που άλλοι τον αποκαλούν ΧΥΤΑ, άλλοι ΧΥΤΥ, αλλά που στην πραγματικότητα θα είναι μία τεράστια χωματερή και τίποτε άλλο.




Διακόσια χρόνια μετά,

όλοι εμείς που δεν ξεχάσαμε ότι αποτελούμε έναν κρίκο στη μακριά αλυσίδα της γενιάς μας, ενδιάμεση φρουρά σε αυτούς που έφυγαν και σε αυτούς που θα ‘ρθουν, απλοί διαχειριστές της γης και της κληρονομίας μας, αναρωτιόμαστε τι θα μπορούσαμε να απαντήσουμε σε αυτούς που έφυγαν και σε αυτούς που θα ‘ρθουν, σαν μας ρωτήσουν «που είναι ο κάμπος μας, που χρύσωνε κι έλαμπε καθώς ριγούσαν τα στάχυα στον άνεμο; Που είναι η κυματιστή πράσινη θάλασσα των αμπελιών μας, πάνω απ’ την οποία χυνόταν πρωινά κι απόβραδα ο ψαλμός της καμπάνας; Που είναι τα χρώματα της άνοιξης;» Τι να απαντήσουμε όταν αντί για αυτά, βλέπουν από κει ψηλά τη γη μας να στέκει αλυσοδεμένη, κρατούμενη κι έρημη και να γίνεται παιχνίδι της δημοπρασίας των κατασκευαστών και των εργολάβων; Όλων αυτών των σύγχρονων μικροαστών και μπουρζουάδων, εκείνων που προτίμησαν τον εαυτό τους κι όλα τα άγια κι ιερά προδώσανε, και που τώρα κορυβαντιούν απάνω στη γη των Πατέρων μας σαν σύγχρονοι δουλέμποροι, επαναλαμβάνοντας μονότονα «πέντε πάνω – πέντε κάτω, θα τα βρούμε…….». Όλων αυτών που εισέβαλλαν στο ιερό της μνήμης μας και το βεβήλωσαν; Κι αυτές τις ώρες της περισυλλογής, εμείς που δεν θελήσαμε να ξεχάσουμε, ευχόμαστε να πέσουν όλες οι νύχτες της Δημιουργίας στο νου μας και να μας σκεπάσουν τη μνήμη! Να σκοτιστούν μέσα στη μνήμη μας τα καλοκαιρινά ηλιοβασιλέματα που κάποτε προλάβαμε να δούμε πάνω από τη θάλασσα των σπαρτών. Να σκοτιστούν οι εικόνες των ελαφρών σύννεφων που τα κυνηγούσαν οι ανοιξιάτικοι άνεμοι στον γαλανό αττικό ουρανό. Όλα αυτά που δεν προλάβαμε να τα κοιτάξουμε κι είναι πια ανάμνηση. 

Διακόσια χρόνια μετά, 

οι βωμοί μας συντριμμένοι και σβησμένα τα πολυκάντηλα όλα της λατρείας, αφού οι εργολάβοι βάλθηκαν να μας διδάξουν ότι ο άνθρωπος είναι το υπέρτατο ον, εκείνο που πλάθει κι αφανίζει. Οι τάφοι των Πατέρων μας, από τη τζούμπα του Φάνοσι, εκεί που η επέκταση της Αττικής οδού χάλασε για πάντα την αιώνια σιωπή τους, ακούν με φρίκη τη βαρεια μπότα του εργολάβου να πατάει πάνω στα συντρίμμια της ψυχής μας και προσμένουν τη σειρά τους κι εκείνοι, βουβοί μάρτυρες του σκηνικού της καταστροφής και της ερήμωσης. Πως αφήσαμε άραγε, ο κάμπος της Ντάρδεζας που μας χάριζε το θεϊκό ποτό του Διονύσου, ο ιερός τόπος στον οποίον περιπλανήθηκε η Δήμητρα ψάχνοντας απεγνωσμένα την κόρη της Περσεφόνη, όταν την είχε απαγάγει στον άδη ο Πλούτωνας, στο ρέμα της οποίας και με καλάμια από τις όχθες του, ο Πάν έφτιαξε το πρώτο σουραύλι στην ιστορία του κόσμου, πως αφήσαμε αυτή η γη που γέννησε τους υπέροχους θρύλους της αρχαίας Ελλάδας, να έχει απομείνει στη δικαιοδοσία των σκαπτικών μηχανημάτων;…..


Διακόσια χρόνια μετά,
πόσο ειρωνικά φαντάζουν τα λόγια του Στράβωνα «…..και των προγόνων ημών εστί κτήμα….» Κι αλήθεια, πόσο τραγικά επίκαιρα, εβδομήντα χρόνια από τον θάνατο του, ηχούν τα λόγια του Παλαμά: «το άτι σου ακόμα μας πατά Μπραΐμη!»
Υ.Γ. Στα αλήθεια, νομίζατε ότι εμείς οι Αρβανίτες δεν θα αναστηλώναμε ποτέ την τσακισμένη μας περηφάνεια; Κι αναρωτιόσαστε ακόμα γιατί αγωνιζόμαστε; Έχετε καταλάβει ότι μας τα πήρατε πλέον όλα; Μας μείναμε μόνο τα αρχίδια μας, πάρτε τα κι αυτά!

ΛΕΚΤΙΚΑ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ ΑΠΟ ΑΝΙΣΤΟΡΙΤΗ ΑΡΒΑΝΙΤΟΦΑΓΟ

Ο θάνατος του Αρβανίτη Μάρκου Μπότσαρη (LudovicoLipparini)
Διαβάζοντας το άρθρο της κας Λώρης Κέζα, στο ΒΗmagazino της Κυριακής 3 Φεβρουαρίου 2013, με τίτλο : «Σκανδιναβοί και Αρβανίτες»,[1] διαπίστωσα απ’ αρχής την προσπάθεια να φορτωθεί στις πλάτες μιας ολόκληρης κατηγορίας Ελλήνων πολιτών η κακοδαιμονία της σύγχρονης Κρατικής πραγματικότητας και η αναποτελεσματικότητα ενός Κράτους που αντί να διδαχτεί από τις λανθασμένες επιλογές του, υπερθεματίζει επιμένοντας σε αυτές. Με σκωπτικό και προσβλητικό ύφος στοχοποιούνται οι  Έλληνες αρβανίτες, ως οι «πτωχοί το πνεύματι» που αδυνατούν να καταλάβουν το καλό της κοινωνίας και αντιστέκονται στις εξελίξεις που θα μας αναβαθμίσουν σε Σκανδιναβία του Νότου.

Ως αρβανίτης, απαντώ σε δεύτερο ενικό πρόσωπο - με αυτή στην ανοικτή επιστολή -  στην αρθρογράφο που με  περιπαικτικό τρόπο και ανιστόρητα προσβλητική διάθεση επιτίθεται στο γένος μας.  
Πριν παραλληλίσεις τους ανθρώπους - πίθηκους με τους αρβανίτες, θα έπρεπε να κάνεις μια μικρή βουτιά, έστω ένα διαφωτιστικό ''ντους'' στη νεότερη και σύγχρονη ιστορία του τόπου μας. Ίσως να διαπίστωνες  την προσφορά των αρβανιτών σε όλους τους αγώνες του Ελληνισμού, αλλά και τη σχέση επιφανών αρβανιτών με την ανάπτυξη της χώρας.
Αντ' αυτού διολισθαίνεις σε μια σειρά προσβλητικών ανακριβειών, προσπαθώντας να υπηρετήσεις τον τίτλο της στήλης ''περιπαικτικά'' και μάλλον τιμάς τις διαπιστώσεις του Δαρβίνου που τόσο θερμά επικαλείσαι.
Οι κάτοικοι των Μεσογείων, οι  «αρβανίτες ωρέ» - όπως εσύ τους βάζεις να αναφωνούν - άνθρωποι του μόχθου, ξεχασμένοι στο πλάι της Αττικής, ήρθαν στο επίκεντρο της προσοχής των ΜΜΕ, όταν διεκδίκησαν τα αυτονόητα.
Προσπάθησαν και πέτυχαν να προασπίσουν την υγεία αυτών και των παιδιών τους και την προστασία ενός επιπέδου διαβίωσης που εσύ και αρκετοί  άλλοι θεωρείτε αδιανόητη συνθήκη για ανθρώπους – πιθήκους, όπως με αρκετή σαφήνεια υποδηλώνεις στο άρθρο σου.
Μιλάς για τις χωματερές της Αττικής, ξεχνώντας ή παραβλέποντας το γεγονός ότι και στα Λιόσια οι κάτοικοι που ταλαιπωρούνται όλα αυτά τα χρόνια από τα σκουπίδια, είναι και αυτοί αρβανίτες, αλλά και  στο Γραμματικό πάλι αρβανίτες κατοικούν και όχι «Σκανδιναβοί» σαν και αυτούς που φέρνεις ως παράδειγμα.
Δυστυχώς, το νεοελληνικό κράτος από τα μέσα της δεκαετίας του ‘30 κατόρθωσε να μας αποσπάσει από τις παραδόσεις και τη γλώσσα μας, ενώ παράλληλα ταυτιστήκαμε με το αναχρονιστικό και το  αμετανόητα ξεροκέφαλο.
Κρατήσαμε, όμως, την έννοια της μπέσας και της αξιοπρέπειας.
Προφανώς σου είναι άγνωστες  ή ακατανόητες αξίες, αφού η «στρατηγική» της εκάστοτε εξουσίας είναι για σένα, πάνω  από τις ανάγκες και  τα δικαιώματα κάθε μικρής ή μεγαλύτερης τοπικής κοινωνίας.
Αφού λοιπόν θεωρείς πως πρέπει να διαγκωνιζόμαστε για την επιλογή εναπόθεσης των απορριμμάτων στη γειτονιά μας, γιατί δεν εισηγείσαι στο Δήμαρχο της περιοχής που κατοικείς να ζητήσει να επιλεχθεί ο Δήμος σου σε αυτή την ευεργετική χωροθέτηση.
Είναι βέβαιο ότι το ζήτημα των σκουπιδιών  αποτελεί κορυφαίο πρόβλημα και ως τέτοιο, πρέπει να τύχει μιας σοβαρής και σύγχρονης αντιμετώπισης και όχι της πρακτικής  του «ξεφορτώματος» εκεί όπου βολεύει Κράτος και εργολάβους, με την παράλληλη συκοφάντηση και γελοιοποίηση όλων όσων αντιδρούν.
Μπορεί για παράδειγμα να επιλεχθούν χώροι που δε θα υποβαθμίζουν τη ζωή καμίας τοπικής κοινωνίας, μακριά από κατοικημένους και καλλιεργήσιμους  χώρους και σίγουρα να υιοθετηθούν σύγχρονες πρακτικές ανακύκλησης και επαναχρησιμοποίησης των απορριμμάτων ως αξιοποιήσιμη ενέργεια.
Ψιλά γράμματα, θα σκεφτούν οι ιθύνοντες, αφού υπάρχει η γη της Ανατολικής Αττικής, για να επαναλάβουμε το μοντέλο της υποβάθμισης.
Αρβανίτες λοιπόν  είναι αυτοί που αντιδρούν στην επιβολή του Κράτους , το οποίο εφαρμόζει το αρβανίτικο «άστε ντούα», για  να υποβαθμίσει τη γη και τη ζωή τους.
Προτού, σου ζητήσω να ψάξεις τις δικές σου αρβανίτικες ρίζες, όπως τουλάχιστον το επώνυμό σου καταδεικνύει, θα ήθελα να αναλογιστείς τις συνέπειες μιας ξεπερασμένης διαδικασίας ταφής των απορριμμάτων που μόνο αρνητικά αποτελέσματα μπορεί να έχει για το ανθρωπογενές περιβάλλον και για το οικοσύστημα. Αντιθέτως   πλειοδοτείς υπέρ μιας εσφαλμένης επιλογής, θολώνοντας τα νερά με παραπομπές στο Σκανδιναβικό μοντέλο αξιοποίησης των σκουπιδιών που καμία σχέση δεν έχει με αυτό που προωθεί η Ελληνική Πολιτεία.   
Τελειώνοντας θέλω να σου υπενθυμίσω  - και αν δε το γνωρίζεις να το μάθεις -  ότι  αυτοί που ζητάς κάποιος «Δαρβίνος του μέλλοντος» να τους κάνει αντικείμενο μελέτης με θέμα: «πως οι άνθρωποι  εξελίχθηκαν σε πίθηκους» είναι απόγονοι και συνεχιστές της φάρας ανθρώπων, όπως οι Ανδρέας Μιαούλης,  Οδυσσέας Ανδρούτσος, Μάρκος Μπότσαρης, Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, Κίτσος Τζαβέλας, Αλέξανδρος Κορυζής, Νικόλαος Κριεζιώτης,  Κουντουριώτιδες, Πέτρος Βούλγαρης, αλλά και Νίκος Εγγονόπουλος, Χατζηκυριάκος – Γκίκας και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Β’ και πάμπολλοι ακόμα που τιμούν την έννοια της Ελευθερίας και της αγάπης στην Πατρίδα.
Αν παρόλα αυτά δε θέλεις ή δε μπορείς να καταλάβεις την καταστροφική «αξία» αυτών που γράφεις, τότε ο «Δαρβίνος του μέλλοντος» που τόσο επιτακτικά επικαλείσαι, αλλού αξίζει να στρέψει το βλέμμα του! 
Τα λεκτικά σκουπίδια είναι πολλές φορές πιο δύσοσμα και ιοβόλα από υλικά απορρίμματα.  

Κώστας Καλλιανιώτης
Πρόεδρος Συλλόγου «Καβοντόρου Γη»

***
Υ.Γ. Για μία ορθολογική, τεκμηριωμένη, σοβαρή  και πλήρη ανάλυση του τι πήγε (και τι πάει) να εφαρμοστεί από την διαπλοκή στην Κερατέα, δείτε εδώ: http://antixyta.blogspot.gr/2010/01/blog-post.html



[1] To "πόνημα" της ανεξερεύνητης "κυρίας" Κέζα (την ύπαρξη της οποίας αγνοούσα και θα συνεχίσω να αγνοώ στο επόμενο δευτερόλεπτο) βρίσκεται εδώ: http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=496547&h1=true#commentForm


Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

Η φορεσιά των Αρβανιτών της νότιας Θράκης

Ενώ για τους Αρβανίτες της βόρειας Θράκης (Ζαλουφιώτες) υπάρχουν πληροφορίες και λαογραφικές μελέτες για την φορεσιά τους [βλ. εδώ], για τους Αρβανίτες του νότιου τμήματος της Θράκης (από το Τυχερό μέχρι τις Φέρες) υπάρχει μία μικρή σύγχυση και οι απόψεις διίστανται.
Συζητώντας το τελευταίο διάστημα με τον Γιώργο Δαρούση, συγχωριανό μου από το Τυχερό, αλλά και με την Μαρία Λαζίδου (πρόεδρο στον σύλλογο ΒΗΡΑ των Φεριωτών) και τον Ναθαναήλ Καψίδη (συνταξιούχο καθηγητή από τις Φέρες), κατέληξα στο ότι οι φορεσιές των Αρβανιτών του νοτίου Έβρου είναι σχεδόν σε μαύρο χρώμα, χωρίς τα χρώμωτα που έχουν οι φορεσιές των Ζαλουφιωτών.
Ψάχνοντας βρήκα και μία φωτογραφία της δεκαετίας του 1950 (από εκδήλωση στο Τυχερό Έβρου) που δείχνει γυναίκες του Τυχερού με την αρβανίτικη φορεσιά.

Τυχερό Έβρου. Δεκαετία 1950. Η αρβανίτικη φορεσιά (αρχείο Ιωάννη Δαλάτση).

Αν κάποιος έχει πληροφορίες, είτε ρωτώντας κάποιον παλαιότερο, είτε έχοντας ο ίδιος κάποια ανάμνηση, θα θέλαμε να μας ενημερώσει, είτε αφήνοντας εδώ κάποιο σχόλιο, είτε στο γκρουπ των Αρβανιτών της Θράκης στο Facebook.

ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΜΑΚΡΑΣ ΓΕΦΥΡΑΣ (Μέγα Ζαλούφι Αν.Θράκης)


Σε πολύ κλειστές γεωργικές ομάδες που η κοινωνική οργάνωση οριοθετεί αυστηρά τους ρόλους των δύο φύλων, η γυναικεία ενδυμασία που διαμορφώνεται είναι αυστηρή ως προς γραμμή της και αδρή ως προς τα υλικά της κατασκευής της.
      Αντιπροσωπευτικός τύπος η ενδυμασία του Ζαλουφιού (Μακράς Γέφυρας). Το Ζαλούφι (κεφαλοχώρι)  βρισκόταν βορειανατολικά της Μακράς Γέφυρας (Οζούν Κιουπρού) και εκκλησιατικά υπαγόταν στην Μητρόπολη Διδυμοτείχου. Οι κάτοικοί της ασχολούνταν κυρίως με την αμπελουργία (το κρασί του Ζαλουφιού ήταν ονομαστό), την γεωργία και την κτηνοτροφία. Μετά τον ξεριζωμό οι πρόσφυγες αυτής της περιοχής εγκαταστάθηκαν σε χωριά κατά μήκος της δυτ. όχθης του ‘Εβρου (Δίκαια, Σάκκος, Χειμώνιο, Θούριο, Πύθιο κλπ), σε χωριά του Νομού Σερρών (Κοίμηση, Παραλίμνιο, Θολό, Νεοχώρι, Νέα Πέτρα) και στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης.

 Μακρά Γέφυρα. Γυναικεία φορεσιά από την περιοχή Μακράς Γέφυρας Ανατολικής Θράκης     
Η Γυναικεία φορεσιά του Ζαλουφιού φορέθηκε σε μεγάλο αριθμό χωριών της περιοχής με μικρές παραλλαγές όπως στη Θυρέα, Πύθιο, Πραγγί, Πετράδες (Δυτ.Θράκη) και στα χωριά Ανατ.Θράκης Μικρό Ζαλούφι, Ψαθάδες,  Τσαλί Κούρτ κλπ. Η μεγάλη διάδοση της φορεσιάς σε χωριά της ευρείας περιοχής που είχαν ως διοικητικό κέντρο την Μακρά Γέφυρα, δικαιολογεί και την ονομασία της ως φορεσιά Μ.Γέφυρας, αν και δεν φορέθηκε σ’αυτή την πόλη.
      Τα υλικά για την κατασκευή της ενδυμασίας αυτής είναι όλα δικής τους παραγωγής. Μόνες τους σι γυναίκες ύφαιναν, έκαναν το σαγιάκι και έβαφαν σε χρώματα μαύρο, καφέ σκούρο (λιζαρένιο) ή κόκκινο.

Η φορεσιά αποτελούνταν από:
1. Το μακρύ πουκάμισο (το χιμίς) από λευκασμένο χοντρό βαμβακερό ύφασμα, με «γραμμένα» (υφαντά κεντήματα) στον ποδόγυρο και κεντήματα στα μανίκια (σταυροβελονιά)
2. Το σχετικά στενό αμάνικο μονοκόματο σαγιακένιο φουστάνι σε χρώματα μαύρο, καφέ, βυσσινί, που κεντιόταν με  λευκό ελαφρά κλωσμένο βαμβάκι και χρωματιστά μαλλιά, στον ποδόγυρο και ελάχιστα στην τραχηλιά. Μοτίβα, σχηματισμένα δένδρα, κούκλες, σαλιαγκούδια (σαλιγκάρια) που συνήθως το κέντημα λεγόταν σαλιαγκό. Το φουστάνι στο Ζαλούφι ήταν πάντα μαύρο ή σκούρο βυσσινί. Το ολοκόκκινο φοριόταν όταν η κοπέλα έφτανε σε ηλικία γάμου (15-16 ετών). Το νυφικό ήταν πάντα μαύρο κεντημένο με βαμβακερές κλωστές.
3. Το μάλλινο δίμιτο φαρδύ ζωνάρι, μαύρο με λεπτές ρίγες στο υφάδι. Οι Ζαλουφιώτισσες σπάνια φορούσαν μεταλλικό ζωνάρι που συνήθιζαν σε άλλα χωριά της περιοχής  και αυτό μετά την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα. Στα υπόλοιπα χωριά φορούσαν το ζωνάρι και τις γιορτές τοασημοζούναρο ή μπακιροζούναρο (σημάδι του αρραβώνα).
4. Οι ποδιές που λεγόταν  «ποδέ» διαφέρουν από χωριό σε χωριό. Στο Ζαλούφι οι ποδιές είναι κατηφένιες (βελούδινες) με στεφανάκια από λουλούδια κεντημένα. Στους Ψαθάδες οι ποδιές ήταν μάλλινες σαγιακένιες με έντονα χρώματα και πολλές πούλιες. Οι γυναίκες στους Πετράδες και το Πραγγί κεντούν στις ποδιές τους σταυρούς, παιδάκια, σαλιγκάρια και άλλα αρχέγονα σύμβολα, και μ’ αυτό πιστεύουν πως θα ξορκίσουν το κακό το πνεύμα και θα αποκτήσουν αυτό που ποθούν.
5. Το Τερλίκ ή Μοχαέρι. Το πιο εντυπωσιακό κομμάτι της ενδυμασίας αυτής είναι το τερλίκ ή μοχαέρι, μακρύ πανωφόρι από μάλλινο δίμιτο με μανίκια μακριά  που ανασκουμπώνονται στον αγκώνα, για να φανεί το κέντημα καμωμένο σε πρόσθετο βαμβακερό ύφασμα. Το τερλίκ έχει πλούσιο κέντημα με λευκό βαμβάκι και χρωματιστά μαλλιά στα δύο μπροστινά φύλλα, ολόγυρα στον ποδόγυρο, στην πλάτη και σε όλες τις ραφές. Πάνω στο τερλίκ κεντούν «ανάρια-ανάρια» (αραιά) διάφορα σχήματα. Ο ανάγλυφος όγκος των αφηρημένων σχημάτων κάνει τον επενδυτή εντυπωσιακό και μοναδικό. Η γυναίκα αρχίζει να το κεντά μόλις με την αρχή της εφηβείας της και θα κεντήσει 3 κομμάτια.

Γυναικεία στολή από τα χωριά Μεγάλο και Μικρό Ζαλούφι (περιοχή Μακράς Γέφυρας)Το «μικρό μοχαέρι» που θα το φορέσει την ημέρα του γάμου, το «μεγάλο μοχαέρι» που θα το φορέσει τις μεγάλες μέρες (γιορτές) των Χριστουγέννων, τις Αποκριές, Πάσχα και τη «σιγκούνα» που θα τη φορέσει μετά τα 45 της χρόνια και μ’ αυτή θα την θάψουν, για να κλείσει έτσι τον κύκλο της ζωής της. Πιο απλά και νεώτερα είναι διάφορα αμάνικα συνήθως τσιπούνια, σκούρου χρώματος που ήταν πιο ελαφρά διακοσμημένα  (κεντημένα). 
Τα μόνα υλικά που αγοράζει η γυναίκα για την κατασκευή της ενδυμασίας αυτής είναι όσα χρειάζονται για τον κεφαλόδεσμο (χάντρες, φλουριά, πούλιες, μαντίλες). Τα προμηθευόταν κυρίως οι άνδρες από την τοπική αγορά ή τα μεγάλα παζάρια των γειτονικών χωριών, αφού οι γυναίκες δεν επιτρεπόταν να πηγαίνουν στις αγορές.
 Στο κεφάλι φορούσαν ένα κόκκινο σκουφάκι με υποσαγώνιο το μαγγούρι, που σκεπαζόταν όλο από το καφέ ή σκούρο βυσσινί μαντίλι, το τσεμπέρι Κάτω από την μαντίλα  στερέωναν (στο μαγγούρι) σειρές φλουριά και  σταυρούς που κρέμονταν στο μέτωπο.
     Στα πόδια οι νύφες φορούσαν τα λευκά σαγιακένια καλτούνε, στολισμένα με χρωματιστά γαϊτάνια από τον τερζή (ράφτη). Καθημερινά φορούσαν γουργουνουτσάρουχα όπως και οι άνδρες, και τις Κυριακές και τις γιορτές κουντούρες (κλειστά δερμάτινα παπούτσια).

Πηγή: http://www.thrakiki.gr/foresies.htm

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2013

Αρβανίτικα κάλαντα Κάλαντα Πρωτοχρονιάς

Σίν Βασίλη βγιέν,
μπόρα η πιλκιέν.
Βγιέν μ΄ντα νε μές ε νάτες,
δεμάτ τε κα γιάπιν .
 Σίν Βασίλη βγιέν,
Γενάρη ντίχετ.
Ζόνιεν περιμένιμ,
τσί βγιέν σίπερ πάρ,
δίπλιετ γκαρκούαρ νε γκομάρ.

Καλή χρονιά....

 Απόδοση στα ελληνικά
Ο Άγιος Βασίλης έρχεται,
το χιόνι του αρέσει.
Έρχεται μέσα στη μέση της νύχτας,
δώρα να μας δώσει.
Ο Άγιος Βασίλης έρχεται,
ο Γενάρης προβάλει.
Την κυρά περιμένουμε,
που έρχεται από τον επάνω δρόμο,
δίπλες( γλυκά) φορτωμένες στο γαϊδούρι.

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Η ΘΡΑΚΗ ΜΑΣ



Η Πανθρακική Ομοσπονδία Νοτίου Ελλάδος διοργανώνει μια μουσικοχορευτική παράσταση με τραγούδια, χορούς και έθιμα απο τη Θράκη! Μάρηδες, Γκαγκαβούζηδες, Αρβανίτες και Μοναστηριώτες θα ανταμώσουν στη σκηνή του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης την Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου, ώρα 21:00.

Επιμέλεια: ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΝΤΖΙΑΡΙΔΗΣ

Mουσικοί:
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΔΗΜΟΥΔΗΣ
ΜΑΝΟΣ ΚΟΥΤΣΑΓΓΕΛΙΔΗΣ
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
ΣΩΤΗΡΗΣ ΙΝΤΖΟΥΔΗΣ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ
ΜΑΝΩΛΗΣ ΔΗΜΟΥΔΗΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
ΜΑΚΗΣ ΚΟΥΤΡΑΣ
ΘΟΔΩΡΗΣ ΙΤΟΥΔΗΣ

... ΚΑΙ ΓΙΑΓΙΑΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΟΥΣ!!!!!

ΕΙΣΗΓΗΤΕΣ:
α) ΚΟΖΑΡΙΔΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ (ΜΙΚΡΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟΥΣ ΓΚΑΓΚΑΒΟΥΖΗΔΕΣ)
β) ΔΑΛΑΤΣΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ (ΜΙΚΡΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ)

Τιμή εισιτηρίου 10€

Εισιτήρια προπωλούνται και στα ταμεία του Ιδρύματος (Πειραιώς 206, Ταύρος) Δευ-Παρ 11:00 - 14:00 και τα απογεύματα μία ώρα πριν την παράσταση.

Εισιτήρια προπωλούνται και σε όλα τα PUBLIC εκτός από τα καταστήματα στο Αιγάλεω, στη Ν. Ερυθραία και στην Αγ. Παρασκευή.

https://www.facebook.com/events/475658565805676/

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

Η κοινή ιστορία της περιοχής Τυχερού-Φερών Έβρου

Οι Έλληνες περνούν τον Έβρο, Οκτώβριος 1922.

Η ιστορία των Αρβανιτών της Θράκης  αποτελεί μία  Οδύσσεια, ένα ταξίδι με πολύ πόνο, κακουχίες και θάνατο.  Εκεί που η ομίχλη του θρύλου διαλύεται , εκεί που  το τέλος  του μύθου δίνει τη θέση του στην αρχή της ιστορίας, κάπου εκεί ξεκινά η ιστορία των προγόνων μας. Ξεκινά πάνω στα ψηλά καταπράσινα βουνά της Βορείου Ηπείρου σε υψόμετρο 1.200 μέτρων. Με το χιόνι να έρχεται με τον Άγιο Δημήτριο και να φεύγει με τον Αϊ Γιώργη.  Άγριοι, τραχείς, ευέξαπτοι, αυστηροί, συντηρητικοί, ποιμένες των βαλκανικών «Άλπεων», χτίστες και πελεκητές της ξακουστής ηπειρώτικης πέτρας, έδιναν ζωή στο βουνό, αποτελώντας ένα φυσικό κομμάτι στο υπέροχο μωσαϊκό της καταπράσινης περιοχής του Βιθκουκίου.

     Η εργατικότητά τους έφερε την ανάπτυξη και  την πρόοδο. Το Βιθκούκι είχε την τύχη να βρίσκεται δίπλα στην ξακουστή Μοσχόπολη των γραμμάτων, των τεχνών, των υφαντουργείων και των αξεπέραστων προϊόντων της περιοχής (τάπητες, μαλλί, μετάξι κλπ) που καραβάνια πλουσίων εμπόρων τα πήγαιναν  ίσαμε την Αγία Πετρούπολη, τη Βιέννη, τη Βούδα , την Πέστη, την Κωνσταντινούπολη.  Είναι τότε που το Βιθκούκι βιώνει την μεγάλη του ακμή, μαζί με αυτή της Μοσχόπολης, στις αρχές του 18ου αιώνα.  Αποκτά ξακουστό σχολείο, από όπου ξεπηδούν λόγιοι, δάσκαλοι  και σημαντικοί αρχιερείς της περιοχής. Η οικονομική άνθιση φαίνεται στους περίφημους και πολλούς ναούς που χτίζονται στο Βιθκούκι από τη δεκαετία του 1680 μέχρι το 1750.  Τότε όμως κάνουν την εμφάνισή τους οι Τουρκαλβανοί. Ήταν όσοι αλβανόφωνοι μετεστράφησαν από τον χριστιανισμό στον ισλαμισμό και έγιναν φανατικοί πολέμιοι των χριστιανών της περιοχής. Οι Αρβανίτες στο Βιθκούκι, στην Κιουτέζα και στο Κιάφσεζ υπέστησαν μαζί με τους χριστιανούς της Βορείου Ηπείρου απίστευτα δεινά από τις ορδές των Τουρκαλβανών οι οποίοι υπό την απειλή της γενικής λεηλασίας ζητούσαν από τα χριστιανικά χωριά δυσβάσταχτους φόρους. 
      Το μαρτύριο αυτό κράτησε αρκετά χρόνια και στα μέσα του 1769 οι Τουρκαλβανοί μπήκαν και λεηλάτησαν όλα τα χριστιανικά χωριά. Κατέστρεψαν τη Μοσχόπολη, το Βιθκούκι και όλη την περιοχή.  Μετά την καταστροφή των χωριών τους από τους Τουρκαλβανούς, οι Αρβανίτες  σκόρπισαν. Οι πλούσιοι έμποροι έφυγαν για τη Βιέννη, τη Βούδα και την Πέστη. Άλλοι έφυγαν για κοντινούς προορισμούς (Κορυτσά, Φλώρινα, Κοζάνη κλπ). Οι περισσότεροι όμως κίνησαν ανατολικά. Τα καλοκαίρια δούλευαν στα απέραντα κτήματα των Τούρκων τσιφλικάδων στην Ανατολική Θράκη και ήξεραν την περιοχή πολύ καλά.
Τυχερό Έβρου, 1942.
 
     Ξεκίνησαν λοιπόν προς τα εκεί. Άφησαν το αγαπημένο τους «φσιατ» (χωριό), φίλησαν με συντριβή τους τάφους των προγόνων τους, είδαν το σπίτι τους για τελευταία φορά, φόρτωσαν το βιος τους σε κάρα, έσφιξαν τα δόντια και άρχισαν το μακρινό τους ταξίδι. Τους πήρε περίπου 15 μέρες για να φτάσουν στην Ανατολική Θράκη.  Εκεί κατέλυσαν στον εύφορο ατελείωτο θρακιώτικο κάμπο.  Στα νέα τους χωριά έδωσαν τα ονόματα των χωριών που άφησαν:  Κιουτέζα (Ιμπρίκ Τεπέ) και Βιθκούκι (Σουλτάνκιοϊ).  Πιο δίπλα το Αλτίν Τας, το Παζάρ Δερέ και το Γιλανλή.  Άρχισαν να χτίζουν τις ζωές τους από την αρχή. Έχτισαν ξανά τις εκκλησιές τους και ανάμεσα στο Ιμπρίκ Τεπέ και το Σουλτάνκιοϊ  έχτισαν το μικρό μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Στις 29 Αυγούστου γινόταν εκεί το πιο ξακουστό πανηγύρι.
     Οι κάτοικοι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και τη  γεωργία. Δυστυχώς η αυταρχική οθωμανική εξουσία κάθε τόσο χάλαγε ό,τι έχτιζαν: άρπαζε τις σοδειές τους,  φορολογούσε άγρια τον πληθυσμό και προέβαινε σε πλήθος αυθαιρεσιών και παρανομιών. Η εξαθλίωση των κατοίκων, ο συνεχής αγώνας για επιβίωση, το αβέβαιο μέλλον και τα βάσανα της ζωής, δεν άφηναν χρόνο για εκπαίδευση, για σχολειά και για γράμματα. Ελάχιστοι γνώριζαν ανάγνωση και γραφή, σχεδόν κανείς τους δεν ήξερε ελληνικά. Μαζί με τους ελληνόφωνους και τους τουρκόφωνους (Γκαγκαβούζηδες) χριστιανούς της περιοχής, οι Αρβανίτες ήταν η  Ρωμιοσύνη, οι συνεχιστές της μακραίωνης βυζαντινής παράδοσης και ιστορίας.
Το εξώφυλλο από το βιβλίο του Ν.Γκότση.

     Το 1872 ιδρύεται σχολείο στο Ιμπρίκ Τεπέ το οποίο σύντομα εξελίσσεται σε έναν δυναμικό πνευματικό πόλο. Η περιοχή γνωρίζει άνθιση και υπό την σκέπη των ελληνικών προξενικών αρχών ο κόσμος της υπαίθρου της Ανατολικής Θράκης αφυπνίζεται εθνικά και σταδιακά μεταβάλλει την ελληνοχριστιανική του θρησκευτική ταυτότητα σε εθνική. 
     Οι Αρβανίτες αρχίζουν να αντιδρούν στην αυθαιρεσία και το πλιάτσικο της οθωμανικής εξουσίας και των περιφερόμενων συμμοριών. Αρκετά παλληκάρια, με αρχηγό τον Χαράλαμπο Γκίρδα βγαίνουν στην παρανομία και χτυπιούνται στα ίσια με τους Τούρκους. Πιο πάνω, στο Μεγάλο Ζαλούφι, οι Αρβανίτες του βορρά υπό τον ξακουστό Δημητράκη Βοεβόδα αντιδρούν και αυτοί. Οι κινήσεις αυτές όμως, ρομαντικές και ανοργάνωτες,  συντρίβονται γρήγορα.

Αρβανίτες από το Τυχερό (δεκαετία 1980).

     Στη συνέχεια, έρχονται οι βαλκανικοί πόλεμοι και αρχίζει μία ταραγμένη δεκαετία, γεμάτη βάσανα και θάνατο, όπως τότε στο Βιθκούκι στην Ήπειρο, μόνο που τη θέση των  Τουρκαλβανών έχουν πάρει οι Νεότουρκοι, οι εθνικιστές του Κεμάλ, οι λάτρεις της φασιστικής ιδεολογίας που άρχισε σαν λαίλαπα στην Ευρώπη και  κατέληξε στο σφαγείο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Αρβανίτες εξορίζονται στα βάθη της Μικράς Ασίας, εξοντώνονται στα τάγματα εργασίας, βασανίζονται στις τουρκικές φυλακές, οι γυναίκες ατιμάζονται,  μικρά παιδιά δολοφονούνται, μέσα σε ένα γενικό σχέδιο εξόντωσης του ελληνισμού που έχουν εξαπολύσει οι Νεότουρκοι, υπό την καθοδήγηση και την εποπτεία Γερμανών στρατιωτικών.
     Η έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914  σηματοδοτεί την περίοδο (1914-1918) όπου ο ελληνισμός της Θράκης βιώνει αβοήθητος την πιο τραγική του περίοδο.  Οι Τούρκοι μπαίνουν τον Απρίλη του 1914 στο Βιθκούκι και το λεηλατούν: βιάζουν τις γυναίκες, σκοτώνουν τους λίγους άνδρες που απέμειναν εκεί, κλέβουν χιλιάδες ζώα.  Οι Αρβανίτες της Θράκης αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και τα τέσσερα αυτά χρόνια αποτελούν τη Μεγάλη τους Εβδομάδα. Νηστικοί, χωρίς σπίτι, χωρίς δεύτερη αλλαξιά, ψάχνουν στη φύση και τρέφονται με ρίζες και βολβούς. Άλλοι δουλεύουν σε τσιφλίκια Τούρκων για ένα κομμάτι ψωμί. Στο τέλος του πολέμου, σχεδόν ένας στους τρεις Αρβανίτες έχει πεθάνει από τις κακουχίες, την πείνα ενώ πολλοί έχουν δολοφονηθεί. 
     Τον Ιούλιο του 1920 ο ελληνικός στρατός καταλαμβάνει την Ανατολική Θράκη. Και τότε ο ελληνισμός βιώνει τη δική του Ανάσταση. Ιούλιο μήνα και τελείται η αναστάσιμη ακολουθία με τις καμπάνες να χτυπάνε και τους Έλληνες να αγκαλιάζονται και να φιλιούνται εν μέσω πανηγυρισμών και γενικής ευφορίας. Βιώνουν το τέλος  του αιώνιου νόστου και τη γαλήνη του πιο γλυκού ελλιμενισμού. Και τότε σιγά σιγά μαζεύονται στα χωριά τους. Εκεί μετριούνται και βλέπουν ότι λείπουν πολλοί. Προσπαθούν να ξαναχτίσουν τα σπίτια τους, να ξαναρχίσουν τη ζωή τους από το μηδέν. Συνηθισμένοι πια να χάνουν τα πάντα, κάνουν μια νέα αρχή. Ακούνε για τις νίκες του ελληνικού στρατού στο μέτωπο της Μικράς Ασίας και χαίρονται.  
    Τον Αύγουστο του 1922 όμως το μέτωπο σπάει και ο ελληνικός στρατός αρχίζει την υποχώρησή του η οποία μετατρέπεται σε άτακτη φυγή. Τα σύννεφα της θλίψης  ξαναπλώνονται πάνω από τη Θράκη.  Οι παλαιότεροι μυρίζουν την οσμή του θανάτου και ετοιμάζονται για νέα δεινά. Μαθαίνουν για την καταστροφή της Σμύρνης και τρομοκρατούνται. Δεν ξέρουν τι άλλο θα τους συμβεί και περιμένουν. Λαμβάνουν την εντολή να φορτώσουν τα υπάρχοντά τους στα κάρα και να κινήσουν προς τα δυτικά.
     Έτσι, πιστοί σε αυτή την αέναη και παλινδρομική κίνηση της ιστορίας, μαζεύουν ό,τι έχουν και δεν έχουν, ξαναφιλάνε τους τάφους των προγόνων τους, μένουν ακίνητοι για λίγα λεπτά κοιτώντας τις αυλές των σπιτιών τους, τις εκκλησιές τους, τα χωράφια τους και πάλι φορτώνουν τα κάρα και ξεκινάνε. Για το άγνωστο. Βρέχει καταρρακτωδώς για μέρες. Η λάσπη τους δυσκολεύει αφάνταστα. Δεν τους λένε που θα πάνε, μόνο το ότι θα πάνε δυτικά του Έβρου, στην Ελλάδα, για χάρη της οποίας ανέβηκαν στον Γολγοθά.
Παναγία Κοσμοσώτειρα, Φέρες.
     Είναι κουρασμένοι, αποκαμωμένοι και βασανισμένοι μόλις φτάνουν στο Σουφλί τον Οκτώβρη του 1922. Περιμένουν εκεί λίγους μήνες και μόλις περάσει ο χειμώνας ξεχύνονται νότια. Πάνε πάνω στο ποτάμι, γαντζώνονται απέναντι από τα χωριά τους. Θέλουν να τα βλέπουν, να τα μυρίζουν στον αέρα, να νιώθουν την αύρα της γλυκιάς πατρίδας που άφησαν. Καταλύουν στα χωριά δίπλα στον ποταμό Έβρο: Χάντζιας (Τάρσιο), Τσιακιρτζή (Πυρόλιθος), Μπίτικλι (Τύχιο/Τυχερό),  Φερετζίκ (Φέρες), Μαρχανλή (Πέπλος), Γκεμετζίκιοϊ (Γεμιστή), Τεκέ (Ταύρη), Καβησό, Πυλαία, Μπαξή-Βεη (Κήποι), Σαρχανλή (Αρδάνιο).  Μέσα στον χαμό, οικογένειες χωρίζονται, συγγενείς βρίσκονται  σε διαφορετικά χωριά. Και εκεί ξαναρχίζουν για άλλη μια φορά από την αρχή. Παλεύοντας πότε με τα ορμητικά νερά του Έβρου, πότε με την ξηρασία, πότε με τις ασθένειες. 
     Φτώχεια, ανέχεια και  στερήσεις όπως πάντα. Μόνο που λείπει ο τύραννος. Μόνο που ο αέρας της ελευθερίας είναι τόσο γλυκός, τόσο ελπιδοφόρος για το μέλλον. Μεταξύ τους διατηρούν ισχυρότατους δεσμούς οι οποίοι κορυφώνονται στα πανηγύρια. Σε κάθε πανηγύρι, ειδικά σε αυτά του Τυχερού και των Φερών, όλοι οι Αρβανίτες κινούν με κάρα και εγκαθίστανται για λίγες μέρες στα σπίτια των συγγενών και των φίλων τους. Η φιλοξενία των προσκυνητών, των πανηγυριωτών, αποτελεί ιερή υποχρέωση για τους κατοίκους.  Ανάμεσα στα δρώμενα του πανηγυριού, στο ατελείωτο φαγοπότι (οι Αρβανίτες φημίζονται γι’αυτό!) και στα αρβανίτικα ήθη και έθιμα, συζητάνε για τις νέες ζωές τους και μέσα από προξενιά και νέους γάμους ενισχύουν τους ισχυρούς δεσμούς τους.
     Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και αφού σιγά σιγά η πρώτη γενιά των προσφύγων πεθαίνει, οι δεσμοί αρχίζουν να χαλαρώνουν. Το μίσος της ελληνικής πολιτείας για τις αλλόφωνες διαλέκτους (αρβανίτικα, τούρκικα, τσακώνικα, σλαβικά) χτυπά την διάλεκτο των Αρβανιτών και τους δημιουργεί συμπλέγματα κατωτερότητας και αισθήματα μίσους για την ιστορία τους. Έτσι, οι επόμενες γενιές μεγαλώνουν μέσα στη λήθη, στη σιωπή μιας ακατανόητης ενοχής, στην ηθελημένη διαγραφή της μνήμης και μέσα σε μία προσπάθεια να μιμηθούν τα δυτικά πρότυπα ζωής. Πολλοί μεταναστεύουν στα μεγάλα αστικά κέντρα και στο εξωτερικό (κυρίως στη Γερμανία). Παρ’όλα αυτά,  όλοι γνωρίζουν ότι από το Τυχερό μέχρι τις Φέρρες βρίσκονται οι «Αρβαν’τάδις»: ξεροκέφαλοι, ισχυρογνώμονες, εγωιστές, άγριοι και καχύποπτοι. Από την άλλη όμως,  γλεντζέδες, αισιόδοξοι, παθιασμένοι με αυτό που κάνουν  και ικανοί για όλα, σε σημείο μανιώδους αυτοκαταστροφής:  από τη μια να φτάσουν ψηλά και από την άλλη να φθονούν την αντίστοιχη πρόοδο του γείτονά τους. 
      Με τους Σουφλιώτες δεν τα πηγαίναν καλά. Για τους Αρβανίτες, οι Σουφλιώτες ήταν διαφορετικοί: ήταν φιλάργυροι, εξαιρετικά τοπικιστές και συμφεροντολόγοι. Τα ποδοσφαιρικά παιχνίδια μεταξύ Σουφλίου και Τυχερού ανέκαθεν θύμιζαν ματς Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού. Όσο κι αν κανείς δεν δίδασκε στις νέες γενιές την κοινή ιστορία που έχουν εδώ και αιώνες οι Αρβανίτες της περιοχής, τα ίδια επίθετα, η αταβιστική οικειότητα και η αίσθηση της φάρας επιβίωσαν μαζί με τα σχόλια των παππούδων: «στα Φέρε να πας, όχι στο Σουφλί. Γκιούπια, χάινε πίνε κείνε μπάιζουλουμ μου σπούνε»….

Δημήτρης Δαλάτσης
Αθήνα, 4.10.2012
(βασισμένο στο βιβλίο μου, «Οι Αρβανίτες της Ανατολικής Θράκης»).

Υ.Γ. Αφιερωμένο στη συγκινητική προσπάθεια των κατοίκων της περιοχής Φερών-Τυχερού να συνενωθούν διοικητικά σε έναν Δήμο. Το εύχομαι ολόψυχα.
Όποιο αποτέλεσμα κι αν έχει ο ιστορικός αυτός  αγώνας, κρατήστε μία υπόσχεση: να ονομαστεί  μια πλατεία με το όνομα της αρχικής μας κοιτίδας: «Πλατεία Βιθκουκίου». Κι εκεί, ένας μικρός τύμβος, αφιέρωμα και θυσία  στους  άταφους νεκρούς μας και στις δύο αλησμόνητες πατρίδες: και στα δυτικά (Βόρειο Ήπειρο)  και στα ανατολικά (Ανατολική Θράκη).
Υ.Γ.2  Αφιερωμένο επίσης στον Κώστα Καζάκη. Εύχομαι γρήγορη ανάρρωση!

Τετάρτη 29 Αυγούστου 2012

Το πανηγύρι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου (29 Αυγούστου) στο Τυχερό και στο Νέο Χειμώνιο Έβρου



Εκκλησία Αγ.Ιωάννη Προδρόμου. Τυχερό Έβρου.
Η παράδοση του εορτασμού  της  πανηγύρεως της 29ης Αυγούστου, ημέρα κατά την οποία εορτάζεται η  αποτομή της Τίμιας Κεφαλής του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και Βαπτιστή, χάνεται βαθιά μέσα στο χρόνο. Αποτελεί μία παράδοση πολλών αιώνων και είναι η μεγαλύτερη γιορτή  των Αρβανιτών της Θράκης.  Οι ρίζες αυτού του εορτασμού βρίσκονται στα βάθη της ιστορίας και μπορούν να εντοπιστούν στον 17ο αιώνα, εποχή κατά την οποία οι Αρβανίτες της Θράκης ζούσαν στην Βόρειο Ήπειρο (στο Βιθκούκι, στην Κιουτέζα και στο Κιάφσεζ).  Ίσως η μεγάλη αυτή γιορτή να σχετίζεται με την ξακουστή μονή του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Μοσχόπολη, κοντά στο Βιθκούκι: «Εις ημίωρον από της πόλεως απόστασιν προς Β. εν μαγευτικωτάτη τοποθεσία, εν μέσω υψικαρήνων δένδρων και κελαριζόντων υδάτων, κείται η επ’ονόματι του Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου τιμωμένη Μονή.[…] Την 24 Ιουνίου εορτήν των Γενεθλίων του Τιμίου Προδρόμου τελεί την επέτειον αυτής πανήγυριν, εις ην συρρέουσιν εκ των περιχώρων διάφοροι προσκυνηταί μεταξύ των οποίων και πολλοί Μουσουλμάνοι ιδίως Μουσουλμανίδες μετά πολλής ευλαβείας και ανυπόδητοι εισερχόμεναι εις τον ναό. Η Μονή αύτη ιδρύθη το 1634 ως δηλούται εκ τινός εκεί κώδικος […]».[1]
     Η  μονή του Ιωάννου  Προδρόμου είναι ο τόπος προσκυνήματος της ευρύτερης περιοχής και καθιστά τη Μοσχόπολη  θρησκευτικό κέντρο. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι Αρβανίτες της πρώτης μετανάστευσης ίδρυσαν στο  Ζαλούφι ομώνυμη εκκλησία[2] και αυτοί της δεύτερης ιδρύουν  ομώνυμο μοναστήρι ανάμεσα στα χωριά Κιουτέζα (Ιμπρίκ Τεπέ) και Βιθκούκι (Σουλτάνκιοϊ).[3] Αυτό σημαίνει ότι ίσως κάποια εκκλησία -αν όχι η ομώνυμη μονή της Μοσχοπόλεως- να υπήρχε προς τιμήν του Ιωάννου του Προδρόμου στο Βιθκούκι. Βέβαια, όπως θα δούμε αμέσως μετά, τέτοια εκκλησία δεν διασώζεται στο Βιθκούκι και ίσως να υπήρχε κάποια πολύ παλιά εκκλησία, από τη βυζαντινή εποχή, αν και κάτι τέτοιο θα ήταν γνωστό. Με την παραδοχή  ότι η μετανάστευση των Ζαλουφιωτών χρονολογείται στα 1566 και με συνυπολογισμό του ότι η μονή του Ιωάνννου του Προδρόμου στη Μοσχόπολη ιδρύθηκε αρκετά μετά, το 1634, το πιο πιθανό είναι να υπήρξε πριν από τη μονή της Μοσχοπόλεως κάποια παλαιότερη εκκλησία ή μονή με αυτό το όνομα και η οποία να επηρέασε καταλυτικά όλη την ευρύτερη περιοχή και τους κατοίκους της.[4] Η ισχυρή παράδοση, όσον αφορά την ονοματοδοσία των πολιούχων ναών,  συνεχίστηκε και μετά  το 1922, καθώς εκκλησία προς τιμήν του Ιωάννου του Προδρόμου χτίστηκε  στο Τυχερό και στο Χειμώνιο Έβρου.[5] Και οι δύο αυτές εκκλησίες πανηγυρίζουν στις 29 Αυγούστου, ενώ η ομώνυμη μονή της Μοσχοπόλεως στις 24 Ιουνίου.

Στο Βιθκούκι δεν υπήρχε εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο  και ο Σκενδέρης αναφέρει ότι στη δικαιοδοσία του Βιθκουκίου υπήρχε η μονή των 12 Αποστόλων: «Η κωμόπολις σήμερον αποτελείται εκ τριών συνοικιών, με αρκετά ευρύχωρους και μεγαλοπρεπείς ναούς, υπό την δικαιοδοσίαν της δε έχει την περιώνυμον Μονήν των 12 Αποστόλων, όπου κατά την ημέραν της μνήμης τελείται πανήγυρις, εις την οποίαν συρρέουν όλα τα περίχωρα».[6] Την ανάμνηση της πανηγύρεως του Βιθκουκίου φέρνουν μαζί τους οι Μανδριτσιώτες[7]  οι οποίοι αν και έχουν ως πολιούχο τον Άγιο Δημήτριο, εν τούτοις, γιορτάζουν επίσημα και την εορτή των Αγίων Αποστόλων στις 29 και 30 Ιουνίου.[8]

Οι μετακινηθέντες στην Ανατολική Θράκη Αρβανίτες ανήγειραν στο Ιμπρίκ Τεπέ (Κιουτέζα) την εκκλησία  του Αγίου Γεωργίου και στο Σουλτάνκιοϊ (Βιθκούκι) της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ενώ ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ανηγέρθη και στο Τύχιο (Τυχερό) από τους Αρβανίτες του Σουλτάνκιοϊ μετά το 1922. Με βάση τη λαϊκή παράδοση που καταγράφει Καβανόζης, υπήρχε στην ευρύτερη περιοχή του Βιθκουκίου και της Κιουτέζας, στην Ήπειρο, ναός προς τιμήν του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου: «Ο πληθυσμός των δύο χωριών της Β.Ηπείρου, Κιουτέζα […] και Βυθ-κούκι […], -απ’ότι μας διηγήθηκαν παππούδες γεννημένοι προ του 1900- μετακινήθηκε ομαδικά για την Ανατ.Θράκη. Τη χριστιανική γιορτή αυτή της Αποτομής της κεφαλής του Ι.Προδρόμου γιόρταζαν στα ανωτέρω χωριά και μαζί τους έφεραν την εικόνα του Αγίου.[…] Όμως, οι γνώμες διαφέρουν στο πως βρέθηκε η εικόνα[…]».[9] Δεδομένου ότι στο Βιθκούκι δεν μνημονεύεται εκκλησία προς τιμήν του Ιωάννου του Προδρόμου, είναι πιθανόν τέτοιος ναός ή μονή  να υπήρχε στην Κιουτέζα.

Για το μικρό μοναστήρι (μονύδριο) του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου που βρισκόταν μεταξύ του Ιμπρίκ Τεπέ και του Σουλτάνκιοϊ στην Ανατολική Θράκη, διαβάζουμε σε έκθεση της Μητροπόλεως Ηρακλείας και Ραιδεστού:  «Σουλτάνκιοϊ. Κάτοικοι 2.400 ομιλούντες την ελληνικήν και αλβανικήν. Εκκλησία: Κοίμησις Θεοτόκου, κτισθείσα τω 1841. Ιερείς Γεώργιος, Γεώργιος και Κώστας. Ενοριακόν μονήδριον μετ’ Αγιάσματος επ’ονόματι της Αποτομής του Προδρόμου συνέστη από τινών ετών, ένθα τελείται πανήγυρις ετησίως, το δε μονήδριον συντειρείται εκ των κατοίκων Σουλτάν-κιοϊ και Ιμπρίκ τεπέ, οίτινες και διευθύνουσι τούτο».[10]
 
Εκκλησία Αγ.Ιωάννου Προδρόμου. Νέο Χειμώνιο Έβρου.

      Οι Αρβανίτες της Ανατολικής Θράκης μετακινούνται μέσα σε δραματικές συνθήκες τον Οκτώβριο του 1922 προς τα δυτικά του Έβρου. Παρά τη μεγάλη πίκρα  που εγκαταλείπουν τις εστίες τους και τις περιουσίες τους, παρά την έντονη απογοήτευση, την εξαθλίωση, την πείνα και την απίστευτη φτώχεια τους, αφού αντιλαμβάνονται ότι μέσα στον πανικό της προσφυγιάς και του ξεριζωμού δεν πρόλαβαν να πάρουν τις εικόνες των εκκλησιών τους,  επιστρέφουν κρυφά και με κίνδυνο της ζωής τους παίρνουν την εικόνα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου τιμώντας την ιστορία τους και τις παραδόσεις αιώνων. Οι Αρβανίτες της βόρειας Θράκης φεύγουν από το Χειμώνιο και επιστρέφουν στο Μεγάλο Ζαλούφι: «Προθεσμία για μεταφορά υπάρχει ακόμη μερικές μέρες που τελειώνει επισήμως στις 15 Οκτωβρίου. Μα ουσιαστικά είχε τελειώσει, διότι οι Τούρκοι έχουν πιάσει σχεδόν όλα τα χωριά και τους δρόμους και υπάρχει φόβος και για δολοφονίες όσων τολμήσουν να ξαναπάνε. Η ιστορία μας δεν πρέπει να παραλείψει την τολμηρή πράξη των παλληκαριών Μπιμπισίδη Πέτρου, Στεργίου Χριστοφορίδη και Δημητρίου Μενεξόπουλου. Με φόβο της ζωής τους ζεύουν την βοϊδάμαξα, περνούν το ποτάμι ευθεία και κόβουν για το Ζαλούφι. Στα σπίτια τους είχαν ακόμη δικά τους πράγματα, αλλά αυτοί πάνε για να πάρουν ότι μπορούν από την εγκαταλελειμμένη εκκλησία. Και πράγματι φθάνουν στο εγκαταλελειμμένο Ζαλούφι. Συναντούν Τούρκους, άλλοι δεν τους μιλούν, άλλοι τους απειλούν, αυτοί την δουλειά τους. Ξηλώνουν όλες τις εικόνες, παίρνουν τα βιβλία, όλα τα άγια. Παίρνουν ότι εύκολο να φορτωθεί στην βοϊδάμαξα. Περισσότερο που τους κουράζει είναι η καμπάνα που μετά δυσκολίας την κατεβάζουν, την φορτώνουν και φεύγουν χωρίς να πάθει κανένας κακό και φθάνουν στο χωριό. Μέχρι σήμερα όλα αυτά, καμπάνες, εικόνες, ιερά άμφια, προσκυνητάρια κ.λπ. βρίσκονται στην εκκλησία του Ν.Χειμωνίου».[11]

   Οι Αρβανίτες της νότιας Θράκης επιστρέφουν και αυτοί για να πάρουν την εικόνα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου από απέναντι:
«[…]και φέραμε την θαυματουργή εικόνα του αγίου εδώ. Αλλά την φέραμε κρυφά από τους Τούρκους. Ένας παππούς, Δαλάτσης λεγότανε, ήταν δραστήριος και πήγε κρυφά με το γαϊδουράκι του και πήρε την εικόνα από το μοναστήρι και πέρασε το ποτάμι και έφερε την εικόνα εδώ στο Χάντζας. Και όταν ήρθαμε εδώ στο Τυχερό, την φέραμε πάλι εδώ».[12]

Ο εορτασμός της 29ης Αυγούστου αποτελεί έναν ετήσιο φόρο τιμής στη μνήμη των  προγόνων μας. Είναι μία πράξη σεβασμού και μνήμης. Είναι μία νοητή λεπτή κλωστή που ξεκινά από τα καμπαναριά των ψηλών βουνών της Βορείου Ηπείρου, φτάνει στις ερειπωμένες και κατεστραμμένες εκκλησιές της Ανατολικής Θράκης και καταλήγει στις σημερινές εκκλησίες του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στο Νέο Χειμώνιο και στο Τυχερό Έβρου. Το δικαίωμα στην ιστορική μνήμη και η τήρηση των παραδόσεων των προγόνων μας αποτελούν μία μεγάλη παρακαταθήκη. Κυρίως όμως είναι ένα μεγάλο χρέος για όλους μας. Χρέος και βαρύ φορτίο που όπως το παραλάβαμε από τους παππούδες και τους γονείς μας, με το ίδιο δέος και τον ίδιο σεβασμό πρέπει να το παραδώσουμε στις επόμενες γενιές.

 Δημήτρης Δαλάτσης
29.8.2012



[1] Κωνσταντίνος Σκενδέρης, Ιστορία της Αρχαίας και συγχρόνου Μοσχοπόλεως μετά περιγραφής πάντων των υπό διάφορα καθεστώτα γεγονότων, της αρχιεπισκοπής Αχριδών, των εν τω κρυπτώ χριστιανών Σπαθιωτών, του βορειοηπειρωτικού αγώνος, της τελευταίας αυτής καταστροφής κτλ., Αθήνα 1928 (β’έκδ.), σσ.49,52. Στην κτητορική επιγραφή του ναού γράφει: «Ανεκαινήσθι ο Θείος και πάνσεπτος ναός ούτος διά συνδρομίς και εξόδων του τιμιοτάτου και ευγενεστάτου άρχοντος Κυρ.Κυρ.Γεωργίου Γκούτζο επί έτους ΖΡΜ 1632[…]» ([1] Θεόφραστος Γεωργιάδης, Μοσχόπολις, Αθήνα 1975, σ.35). «Εκ των μαρτυριών του κώδικος και άλλων στοιχείων φαίνεται ότι οι πρώτοι κτίτορες υπήρξαν οι αείμνηστοι Γεώργιος Γκούρτζιας, Μιχάλης Μελιγγέρης και ο Ιερομόναχος Αντώνιος Σιπισχιώτης, οι οποίοι εξ ευλαβείας κινούμενοι έθεσαν τα πρώτα θεμέλια αυτού το 1634» (ό.π., σ.36).
[2] Γεώργιος Τολίδης, Αναμνήσεις από την Ανατολικήν Θράκην. Το Μεγάλο Ζαλούφι, στο Αρχείο Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού (38) 1975, σσ.187,204.
[3] Το μοναστήρι στην Ανατολική Θράκη χτίστηκε γύρω στα 1850 (Δημήτριος Καβανόζης, Το χωριό μου, Τυχερό Έβρου 2005, σ.73). Η παράδοση συνδέει το χτίσιμο του μοναστηριού με θαύμα (ίαση του τυφλού γιου ενός πλούσιου Αρβανίτη, του Ντουμπόλη, και χτίσιμο του μοναστηριού με δικά του έξοδα) που συνέβη στην περιοχή (Καβανόζης, ό.π., σσ.70-74. Ευάγγελος Αυδίκος, Από τη Μαρίτσα στον Έβρο. Πολιτισμικές συγκλίσεις και αποκλίσεις σε μια παρέβρια περιοχή. Δήμος Τυχερού (οικισμοί Τυχερού-Φυλακτού), Αλεξανδρούπολη 199, σ.27). 
[4] Στον ίδιο χώρο, πριν χτισθεί η μονή στη Μοσχόπολη, εγκαταστάθηκε γύρω στα 1630 κάποιος ιερεύς, ονόματι παπα-Ιωάννης, ο οποίος μετά τη χηρεία του απεφάσισε να ασκητέψει. Σύμφωνα με τον κώδικα της μονής, η ιερά μονή του Τιμίου Προδρόμου ιδρύθηκε το έτος 1634: «επί έτους αχλδ’ εθεμελιώθη ο ναός του τιμίου ενδόξου Προφήτου και Βαπτιστού Ιωάννου εν μηνί Ιουλίω 14, ημέρα Παρασκευή και πρώτος κτήτωρ καθηγούμενος κυρ Αντώνιος Ιερομόναχος» (Μιχαήλ Γ.Τρίτος, Μοναστήρια της Βορείου Ηπείρου, στο Ευάγγελος Π.Λέκκος, Τα ελληνικά μοναστήρια, τόμ.2ος, Αθήνα 1996, σ.197). Σε μεγαλύτερη γεωγραφική ακτίνα υπήρχε  η μονή του Προδρόμου στο νησί των Ιωαννίνων και  αντίστοιχη ομώνυμη μονή στο Βέρμιο της Βέροιας (Κ.Βακαλόπουλος, Ιστορία του βόρειου Ελληνισμού, Ήπειρος, Θεσσαλονίκη 1992, σσ.62-3). Επίσης ομώνυμη εκκλησία χτίστηκε το 1727 στην Καστοριά.
[5] «Στις 25 Ιουλίου του 1933 άρχισαν να χτίζουν την εκκλησία (σ.σ. στο Χειμώνιο) και στα θεμέλια έγινε αγιασμός. Μέχρι ναρθεί ο χειμώνας, η Εκκλησία σκεπάστηκε με πέτρα και ασβέστη. Τον χειμώνα την γέμισαν με χώμα και έκαναν οροφή με τον Παντοκράτορα, στην μέση το Δεσποτικό και το τέμπλο. Το Πάσχα του 1934 η Εκκλησία ήταν έτοιμη να λειτουργήσει. Κάθε δεύτερη Κυριακή ερχόταν παπάς από το χωριό Σοφικό. Πάνω από τις πόρτες της Εκκλησίας υπήρχε μια επιγραφή με τσιμεντένια γράμματα που έγραφε: Αποτομή Ιωάννου Προδρόμου» (Χρήστος Ρουσσόπουλος, Μεγάλο Ζαλούφι (Αν.Θράκης), Θεσσαλονίκη 1977 (β’ έκδ.), σ.90). Για τον Αγ.Ιωάννη Τυχερού και το πανηγύρι βλ. Αυδίκος, ό.π., σσ.177-87.
[6] Σκενδέρης, ό.π., σ.91.
[7] «Παρ’όλον που τα πρόβατα ήταν λιγοστά, έπρεπε απαραίτητα να βρεθούν τα καλοθρεμένα κριάρια, μανάρια και ευνουχισμένα, δια να υπάρχουν άφθονα την εορτήν των Αγίων Αποστόλων -29 και 30 Ιουνίου- που τα προτιμούσε όλος ο κόσμος, διότι το σπεσιαλιτέ φαγητόν της εορτής αυτής ήταν το κριάρι στον φούρνο ή με –ζαρζαβάτι- λαχανικά της εποχής» (Απόστολος Μαϊκίδης, Μανδρίτσα, Η κωμόπολις που έσβυσε, Σημειώσεις-Αναμνήσεις-Παραδόσεις, περιληπτική περιγραφή των χωριών της περιφερείας Ορτάκιοϊ, Θεσσαλονίκη 1972, σ.30).
[8]Δημήτρης Δαλάτσης, Οι Αρβανίτες της Ανατολικής Θράκης, Αθήνα 2012, τόμ.Α’, σσ.72-3.
[9]  Καβανόζης, ό.π., σ.70.
[10] Υποπροξενείο Ραιδεστού, Αρ.Πρωτ.166/19.7.1904 (κοινοποίηση της εκθέσεως της Μητροπόλεως Ηρακλείας και Ραιδεστού από το Υποπροξενείο Ραιδεστού στο Υπουργείο Εξωτερικών). Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών (Α.Υ.Ε.) 1904, Φ. ΚΒ’ α.α.κ.’(67). Προξενικά Αρχεία Θράκης. Επιμελητής έκδοσης: Γεωργαντζής Πέτρος. 4 τόμ. Ξάνθη, 1998-2001, τόμ.Β’,σ.430. Παρατίθεται στο Δαλάτσης, ό.π., τόμ.Α’, σ.167.
[11] Ρουσσόπουλος, ό.π., σσ.87-8.
[12] Μαρτυρία Σουλτάνας Κουρτίδου. Αυδίκος, ό.π., σ.177.

Τετάρτη 30 Μαΐου 2012

Επίσημη κυκλοφορία του βιβλίου "Οι Αρβανίτες της Ανατολικής Θράκης"



Το βιβλίο του Δημήτρη Δαλάτση "Οι Αρβανίτες της Ανατολικής Θράκης" κυκλοφορεί σε δύο τόμους από τον Μάιο του 2012 επίσημα.


Το βιβλίο μπορείτε να το προμηθευτείτε:


(α) επικοινωνώντας με τον συγγραφέα στο ddal@hotmail.com. Θα σταλεί με αντικαταβολή μέσω ΕΛΤΑ


(β) μέσω ηλεκτρονικών βιβλιοπωλείων.
Ενδεικτικά:


http://www.books.gr/ViewShopProduct.aspx?Id=9050103

http://www.perizitito.gr/persons.php?personid=95956


http://www.captainbook.gr/author/102755/dimitris-ch-dalatsis


http://www.allbooks.gr/list.php?Writer=%CE%94%CE%B1%CE%BB%CE%AC%CF%84%CF%83%CE%B7%CF%82,%20%CE%94%CE%B7%CE%BC%CE%AE%CF%84%CF%81%CE%B7%CF%82%20%CE%A7.


http://www.prosperus.gr/books/advanced_search_result.php?keywords=%C4%E1%EB%DC%F4%F3%E7%F2,%20%C4%E7%EC%DE%F4%F1%E7%F2%20%D7.&sec_dd=2


(γ) μέσω του εκδοτικού οίκου "Νοών", στο 6980445419.


(δ) σε κεντρικά βιβλιοπωλεία (θα ακολουθήσει ενημέρωση).





Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

Βιθκούκι Βορείου Ηπείρου

Άγιος Μιχαήλ

Άγιος Μιχαήλ


Κοιμητήριο

Άγιος Πέτρος και Παύλος

Γεφύρι Ζώτου

Για τις εκκλησίες στο Βιθκούκι βλ. Δημήτρης Δαλάτσης, Οι Αρβανίτες της Ανατολικής Θράκης, τόμ.Α', Αθήνα 2012, εκδ.Νοών, σσ.74-84.